- ἀσυμφανῶς
- ἀσυμφανήςdarkadverbial (attic epic doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἀξυμφανῶς — ἀσυμφανῶς , ἀσυμφανής dark adverbial (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ασυμφανής — ἀσυμφανής, ές (AM) [συμφαίνω] Ι. 1. ο μη φανερός, αυτός που δεν φαίνεται 2. ο μυστικός, αυτός που δεν έχει αποκαλυφθεί στους ανθρώπους II. επίρρ. ἀσυμφανῶς 1. κρυφά, μυστικά 2. με ασάφεια … Dictionary of Greek
ԱՆՅԱՅՏԱԲԱՐ — ( ) NBH 1 0206 Chronological Sequence: 5c, 6c, 8c, 10c, 11c, 12c, 13c մ. ἁφανῶς, ἁσυμφάνως non apparens, occulte, obscure Աներեւութաբար. ծածկաբար. մթութեամբ. ընդ քօղով. անորոշակի. *Յայտնապէս պատերազմեալ, եւ անյայտաբար դաւաճանեալ. Ածաբ.: *Դաւել… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)